- μπαίν-μίξτ
- τα ακλ. общий пляж
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μπαιν-μιξτ — τα άκλ. (παλαιότερα) χώρος και εγκαταστάσεις κοινών για άνδρες και γυναίκες θαλάσσιων λουτρών. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. bains mixtes] … Dictionary of Greek